Από τη Λέρο στη Λα Μπόρντ

0
400

   Ο Felix Guattari δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, είναι περισσότερο γνωστός από τη συνεργασία του με το φιλόσοφο Gilles Deleuze με τον Αντι-Οιδίπου να κυκλοφορεί στα ελληνικά από το 1977 στις εκδόσεις Ράππα. Πλέον έχουν κυκλοφορήσει αρκετοί τίτλοι περί τους δέκα και κάποιοι έχουν εξαντληθεί. Εδώ έχουμε ένα χρονικό, μια ημερολογιακή καταγραφή του ταξιδιού του Guattari στη Λέρο και στην Αθήνα στο Ψ.Ν.Α Δαφνί. Κυκλοφόρησε το 2015 από τις εκδόσεις Κουκκίδα με αρκετά ηχηρά ονόματα στους συντελεστές της έκδοσης. Προλογίζει η Κατερίνα Μάτσα με εκδοτικό σημείωμα από τον Stephane Nadaux,  παρουσίαση της  Marie  Depusse,  επίμετρο από τον Jean Oury σε μετάφραση της Ελισάβετ Κούκη.

  Ο συγγραφέας ήταν μέλος μιας διεθνούς ευρωπαϊκής αποστολής στην οποία συμμετείχαν επαγγελματίες ψυχικής υγείας και εθελοντές από το εξωτερικό στο πλαίσιο της υποστήριξης της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στην Ελλάδα. Η έκδοση με τις σημαντικές συνεισφορές όλων των συντελεστών της αποτελεί εργοτάξιο ιδεών και προσεγγίσεων για την  αποϊδρυματοποίηση και την κοινωνική επανένταξη των ψυχικά ασθενών, μνημονεύοντας εργασίες σπουδαίων προσωπικοτήτων του χώρου όπως του Lucien Bonaffe, Franco  Basaglia, Francois Tosquelles, Franco Rotelli και άλλων.

  Ο Guattari ψυχίατρος επί σειρά ετών στη Λα Μπόρντ καταθέτει τη μαρτυρία του γι αυτά που συνάντησε χωρίς ιδιαίτερες εξάρσεις προσπαθώντας να εμβαθύνει στα ζητήματα της χρονιοποίησης και της ασυλοποίησης και σε καμιά περίπτωση δεν τα συνδέει αποκλειστικά με τη χώρα μας.

 Παραθέτουμε κάποια «ορεκτικά» από το βιβλίο:  «Βρισκόμαστε λοιπόν με τους ασθενείς της Λέρου. Έχω επισκεφτεί πολλά ψυχιατρεία ανά τον κόσμο και δεν εμπιστεύομαι της αντιδράσεις μου, γιατί τελικά έχει αμβλυνθεί κάπως η ευαισθησία μου. Ίδια απόγνωση και εδώ, ίδια ψυχική γύμνια, ίδια κοινωνική ασχήμια. Και πρέπει εξαρχής να ομολογήσω ότι δεν είναι χειρότερα από αλλού.  Είναι μάλιστα όπως 25 χρόνια πριν, στα περισσότερα άσυλα στη Γαλλία.» Το παρόν πόνημα έχει και μια σαφώς βιογραφική διάσταση αναφορικά με την πορεία και το έργο του συγγραφέα, τη σχέση του με την ψυχανάλυση και την κριτική που της ασκεί καθώς και τη σχέση του με τους θεσμούς και την οπτική του σχετικά με αυτούς.  Στο επίκεντρο όλων αυτών βρίσκεται η τρέλα, η οποία έχει αξία παραδείγματος ακριβώς επειδή του επιτρέπει να ασκεί την κριτική του και να αναπτύσσει τη σκέψη του γύρω από τη λειτουργία των θεσμών. Γράφει, «Τότε έμαθα να γνωρίζω από κοντά την ψύχωση και τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει πάνω της η θεσμική δουλειά.  Είναι βαθιά αλληλένδετα αυτά τα δυο διότι στο περιβάλλον των παραδοσιακών σωφρονιστικών συστημάτων τα χαρακτηριστικά της ψύχωσης γίνονται πολύ πιο έντονα ή παραμορφώνονται.  Μόνο αν ξετυλίγεται γύρω της μια ζωή συλλογική, και σε κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο, μπορεί να δείξει το πραγματικό της πρόσωπο που δεν είναι κάτι αλλόκοτο ή βίαιο όπως πολλοί πιστεύουν ακόμα, αλλά αυτό μιας διαφορετικής σχέσης με τον κόσμο».  Θέτει ζωτικά ερωτήματα για τη λειτουργία των θεσμικών πλαισίων, «πως θα αποφεύγαμε το διαχωρισμό ανάμεσα στην υποτιθέμενη ευγενή εργασία των θεραπευτών και τη χειρωνακτική εργασία του τεχνικού προσωπικού;» και επεξεργάζεται έννοιες όπως η «αποσυνολοποίηση» (serialite) και η αδιακριτότητα (desegregation) δίνοντας κάποια παραδείγματα. Η αποσυνολοποίηση, που ήταν τότε της μόδας, όριζε σύμφωνα με τον Jean Paul Sartre, τον επαναληπτικό και κενό χαρακτήρα ενός τρόπου ύπαρξης που οφείλεται σε μια «ενεργό – αδρανή»  λειτουργία.  Μέσα από πολλαπλά συστήματα δραστηριοτήτων και κυρίως μέσα από την ανάληψη ευθύνης απέναντι στον εαυτό και στους άλλους η στόχευση αφορούσε στην απελευθέρωση των ατόμων και των ομάδων, την επανοικειοποίηση του νοήματος της ύπαρξης τους,  μέσα από μια οπτική ηθική και όχι πια τεχνοκρατική.  Σχετικά με την αδιακριτότητα, είναι ο άξονας, ο μπούσουλας της αέναης επανεφαρμογής κάθε θεσμικής επινόησης πριν σκληρυνθεί και πάψει να παράγει δημιουργικά όπως τα ονομάζει αποτελέσματα στο θεσμό, «Θεσμικό υλικό» όπως θα πει αργότερα.  Η αδιακριτότητα δεν είναι παρά ένας άξονας, δεν εξασφαλίζεται ποτέ μια για πάντα, είναι πρόσκαιρη.  Ο Jean Oury λέει συχνά την εξής ιστορία:  επινοούμε κάτι, φαίνεται να στέκει, μια μικρή όαση, και θέλουμε να τη δουν οι φίλοι μας.  Τους φωνάζουμε αλλά όταν φτάνουν δεν έχει μείνει τίποτα, μόνο άμμος.  Και πρέπει να ξαναρχίσουμε από την αρχή.  Έχουμε την αφήγηση ενός παραδείγματος. «Μια ομάδα νοσηλευτών και τροφίμων κάνουν πηλό. Φτιάχνουν κανάτια. Μια μέρα στην εβδομαδιαία συνάντηση νοσηλευτών και τρελών, ο Φελίξ και ο Ουρύ συζητούν για αυτή την ομάδα.  Ωραία κανάτια! λέει ο Ουρύ.  Ναι, απαντά σοβαρά ο Φελίξ.  Ίσως και κάτι παραπάνω….  Παραπάνω κι από ωραία, θες να πεις απαντά ο Ουρύ.  Δεν τόλμησα να το πω αλλά το σκέφτηκα.  Νομίζω ότι θα έπρεπε να σταματήσει για λίγο αυτό το ατελιέ, λέει ο ένας (ή ο άλλος), γιατί αν η ομάδα δεν κάνει παρά ωραία κανάτια, τίποτε άλλο δεν έχει αξία σε αυτό το ατελιέ παρά τα κανάτια, κανείς δεν υπάρχει πια, δεν υπάρχουν υποκειμενικότητες να συναντιούνται, να μιλούν μεταξύ τους, να σμιλεύονται, να αρπάζονται, το ατελιέ δεν παράγει πλέον θεσμό, το μόνο που παράγει είναι κανάτια! (Και θα είχε την τάση να ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα ατελιέ, να θεωρήσει ότι είναι το καλύτερο, να εισέλθει σε αυτή την εσωτερική διακριτότητα, να γίνει αυτό το ξέχωρο που τόσο πολύ φοβίζει τον Φελίξ και τον Ουρύ, άσχετο αν δεν μιλούν ανοιχτά για αυτό εκείνη τη μέρα.)» Ο Guattari αναφέρεται στην πρωτοποριακή δουλειά που έγινε στο ψυχιατρείο της Λα Μπόρντ, «Η θεραπεία δεν είναι έργο τέχνης, πρέπει ωστόσο να εξελίσσεται με τέτοιας φύσεως δημιουργικότητα… να μην αρκείται κανείς  να μεταδίδει το «ήδη υπάρχον», αλλά να ενθαρρύνει τη δημιουργία.» Θέτει ουσιαστικά ζητήματα αναφορικά με μια συλλογική λογική και εργασία, … όταν η συλλογική ζωή τηρεί άκαμπτους κανόνες , τελετουργικά στην καθημερινότητα και μια ιεραρχία όπου όλες οι επιμέρους αρμοδιότητες έχουν διανεμηθεί άπαξ και δια παντός, όταν δηλαδή η συλλογική ζωή είναι συνολοποιημένη, μπορεί να γίνει αποκαρδιωτικά θλιβερή, τόσο για τους ασθενείς όσο και για το θεραπευτικό προσωπικό. Η σκέψη του συγγραφέα διακρίνεται από μια αντίληψη συνολικά διαφοροποιημένη από οποιαδήποτε τεχνοκρατική διαχείριση καλωσορίζοντας τη διαφορά και την καινοτομία.  «Η συνύπαρξη διαφορετικών νοσογραφικών κατηγοριών, ο συγχρωτισμός ατόμων διαφορετικής ηλικίας μπορούν να αποβούν πολύτιμοι θεραπευτικοί άξονες … να μπορούν να καινοτομούν και να ανοίγονται όσοι το θέλουν.  Η αξία του εγχειρήματος αφορά ακριβώς τη διαλεκτικοποίηση των χρονίων προβλημάτων μιας ιδρυματικής αντίληψης για την περίθαλψη των ψυχικά ασθενών, το μίγμα φροντίδας, την κατηγοριοποίηση των δομών και των τμημάτων, είτε διαβιούν στο ψυχιατρείο είτε στην κοινότητα.

Γ.Κ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here