x
s y m v a l l e i n
  Έχουμε μια αρκετά ενδιαφέρουσα άφιξη στην ελληνική βιβλιογραφία το 2019 αν και καθυστερημένα ως συνήθως, από τον γνωστό ελβετό ψυχαναλυτή & ψυχίατρο Francois Ansermet που κυκλοφόρησε πρώτη φορά το 1991 και τιτλοφορείται «Η δυσφορία μέσα στο ίδρυμα» από τις εκδόσεις «Επέκεινα».

     Η βιβλιογραφία σε αυτόν τον τομέα –η ψυχανάλυση σε θεσμικά πλαίσια ψυχικής υγείας- στην καλύτερη των περιπτώσεων θα μπορούσε να χαρακτηριστεί περιορισμένη και δεν είναι τυχαίο που τέτοιου είδους εκδόσεις σχετικά γρήγορα εξαντλούνται.  «Η δυσφορία μέσα στο ίδρυμα» φέρει ως υπότιτλο το «Ο θεράπων και η επιθυμία του» αφού  στις περισσότερες των περιπτώσεων η θεραπευτική κουλτούρα και το μοτίβο λειτουργίας μιας δομής είτε βρίσκεται εντός «των τειχών» του ψυχιατρείου είτε στην κοινότητα  εξαρτάται στο μέγιστο βαθμό από τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας που εργάζονται σε αυτό.
    Αν και κείμενο του 91’ παραμένει φρέσκο και επίκαιρο, και γιατί όχι κλασσικό υπό μία έννοια αφού τα φαινόμενα που εύστοχα περιγράφει μόνο ως πρόσκαιρα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν. Παραθέτουμε κάποια  σημεία που διακίνησαν το ενδιαφέρον μας και που δίνουν ίσως μια εικόνα  του τι πραγματεύεται αυτό το μικρό βιβλιαράκι με το προσεγμένο εξώφυλλο. «Ίσως στο παρόν της ψυχιατρικής το παρελθόν της να μη διαφαίνεται πια και το μέλλον της να μην έχει ακόμη προδιαγραφεί.  Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι το ψυχιατρικό ίδρυμα δεν ξέρει πια πολύ καλά κατά που πηγαίνει.  Ωστόσο, κι αν το παρελθόν δεν είναι πλέον διακριτό, κάποια ίχνη του επιμένουν και δεν αποκλείεται να διαμορφώσουν ένα μέλλον το οποίο μας είναι δύσκολο να προβλέψουμε.  Είναι μια μετέωρη στιγμή, από την οποία  δεν απουσιάζει εντελώς ο πειρασμός της καταστροφής.  Τι θα συμβεί;  Τι θα κάνουμε με το παρελθόν;  Τι πρόκειται να γίνει στο μέλλον;  Το ιδρυματικό επινόημα θα ξαναπάρει τα πάνω του ακόμη και υπό μια νέα μορφή;»  Τα ερωτήματα του Ansermet αποτελούν ένα διαρκές  διακύβευμα, την εποχή που σχηματίστηκαν σε γραπτό, στη χώρα μας δεν υπήρχαν παρά μετρημένες εξωιδρυματικές απόπειρες και μια διεθνής αποδοκιμασία που κινητοποίησε το μετασχηματισμό του ψυχιατρείου της Λέρου και τη συστηματική επανεκκίνηση της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης.
   Το βιβλίο, αγγίζει ουσιαστικά ζητήματα πάνω στη σχέση των δυο συμβαλλόμενων μερών  στα οποία αναφέρεται,  των εργαζομένων και των  ληπτών,  αφού κατά βάση το ίδρυμα πέρα από την υλικότητα του, τη διαρρύθμιση του και τα γεωγραφικά του όρια, ουσιαστικά είναι ένας τρόπος σχέσης ανάμεσα σ’ αυτό το παθολογικό ζευγάρι που διαχρονικά αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα συμβίωσης.  Στις περιπτώσεις που ο ένας εκ των παρτενέρ του ζεύγους τυχαίνει να είναι πιο ευέλικτος,  υποχωρητικός, υποβόλιμος  ή ελλειμματικός  η σχέση γίνεται ευκολότερα υποφερτή. « Ο ψυχωτικός θα μπορούσε να ειδωθεί ως εκείνος που υπάρχει στο βαθμό που δεν υπάρχει.  Υπάρχει μέσω της άρνησης.  Πρέπει να αρνηθεί την ύπαρξη του για να αποπειραθεί να υπάρξει.  Ακόμη κι αν βιώνει μια ιστορία, το νόημα της εξαερώνεται…  Ένα κομβικό σημείο μοιάζει να επαναλαμβάνεται στην ιδρυματική αρένα:  μια τραυματική ιστορία διαδραματίζεται με το θεράποντα στη συνάντηση με τον ψυχωτικό.»
     Το μικρό αυτό βιβλίο παναφέρει και επαναπραγματεύεται έννοιες όπως η μεταβίβαση, η ενόρμηση (θανάτου), το άγχος, το μίσος που τείνουν να εξαλειφθούν από το λεξιλόγιο μιας ομάδας φροντίδας, λες και οι θεράποντες λειτουργούν σαν ένα σύνολο από καλοκουρδισμένα Εγώ  που συγκροτούν ένα συνεκτικό Εμείς κάτι σαν Πολυκλαδική Επιστημονική Ομάδα ειδικοτήτων και όχι υποκειμένων που λειτουργεί απαλλαγμένη από το ενορμησιακό καθεστώς της και  το φορτίο της σεξουαλικότητας της.  «Η φροντίδα δεν είναι ποτέ ουδέτερη, φέρει αντίθετα το στίγμα του συνόλου των μεταβιβαστικών διεργασιών που πρόκειται να επηρεάσουν με σημαντικό τρόπο την εξέλιξη του ασθενή και του θεράποντα…  (Ο ψυχωτικός) ομιλούμενος από το ίδρυμα, άλλοτε παραπαίει παθητικά από τη μια απαγόρευση στην άλλη, χωρίς να αναγνωρίζονται ο λόγος του και η επιθυμία του, άλλοτε πάλι, ενεργητικά ζυμώνεται αλέθεται και παραδόξως τελικά αγνοείται από τα σχέδια ενός ιδρύματος που επιθυμεί να τον υποτάξει στις επιταγές των τεχνικών της (μανία θεραπείας του)».
    O Ansermet όταν αποφεύγει να είναι μελοδραματικός ή υπέρ το δέον λυρικός, γράφει καλά, κυρίως όταν μαζί με την κλινική του εμπειρία που είναι μεγάλη επιστρατεύει και το λογοτεχνικό του ταλέντο.  Ακολουθούμε για λίγο ακόμη τη σκέψη του στα σημεία,  έτσι όπως εκδιπλώνεται στις σελίδες αυτής της μονογραφίας. «Ορισμένα από τα αδιέξοδα της εξέλιξης του ψυχωτικού μέσα στο ίδρυμα μοιάζουν συνδεδεμένα με τα χαρακτηριστικά εκείνα που χαρακτηρίζουν τόσο το ίδρυμα όσο και το θεράποντα…  Στην αρχή της σταδιοδρομίας του, ο θεράπων μοιάζει να αναλαμβάνει την ευθύνη της επαγγελματικής επιλογής του.  Αυτό βέβαια δεν τον εμποδίζει να βιώνει ένα ιδιαίτερο άγχος κατά τις πρώτες επαφές του με τον ψυχωτικό ασθενή. Δεν θεωρεί όμως ότι βρίσκεται εκεί για να ανησυχεί για τις μεμονωμένες αντιδράσεις που γεννιούνται από τη δύσκολη συνάντηση του με την ψύχωση.  Παρ’ όλα αυτά, θα πέσει σίγουρα στην παραπλανητική παγίδα του καθήκοντος και θα αφιερώσει σημαντικό μέρος του χρόνου του για να υπερασπιστεί τον εαυτό του έναντι των επιδράσεων αυτής της ενοχλητικής συνάντησης…  Περίεργη συνάντηση: ο θεράπων ανακαλύπτει ότι φιλοξενεί μέσα του μια κρυφή πηγή άγχους… Ο ασθενής δεν κάνει βήμα, ούτε όμως και ο θεράπων, είναι κι οι δυο γαντζωμένοι στην παιδική ηλικία.  Ο θεράπων, ο ασθενής και το ίδρυμα σε συμπαιγνία, αποφεύγουν τα ερωτήματα που εγείρει η επιθυμία.  Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το ίδρυμα αποτελεί το μεγάλο τσίρκο της παιδικής σεξουαλικότητας.
   Ο συγγραφέας παραδίδει «μαθήματα αβύσσου» στα 12 ολιγοσέλιδα κεφάλαια τα οποία τα ακολουθεί  Παράρτημα με το καλοδουλεμένο άρθρο της  Maria– Grazia  Sorrentino που τιτλοφορείται Ψύχωση και ίδρυμα: σχεδιασμός μιας έρευνας,  και το Επίμετρο γραμμένο από τον  Paul Laurent Assoun –που βιβλία του κυκλοφορούν στα ελληνικά-  με τίτλο, ο Freud, η ψύχωση και το ίδρυμα, όπου ευθύς εξαρχής μας καταθέτει πως: «Έχουμε στα χέρια μας ένα έργο το οποίο διερευνά τη σχέση του ιδρύματος με την ψύχωση σαν να είναι η πρώτη φορά που επιχειρείται κάτι τέτοιο, προσπαθώντας να κατανοήσει από την αρχή τις ιδιαιτερότητες αυτής της σχέσης.»  
   Ήδη, από τη δεκαετία το 50’ βλέπουμε ένα ενδιαφέρον για τη σχέση ιδρύματος-ψύχωσης όπως  μέσα από τις αξιόλογες εργασίες της Rosine Lefort μεταξύ άλλων, οφείλουμε όμως να αναγνωρίσουμε μια ιδιαίτερη αξία  σ’ αυτό το τευχάκι του Ansermet  που δεν άργησε να μας κερδίσει και να προτείνουμε την ανάγνωση του.
Γ.Κ